Πνευματικά δικαιώματα δεν υπάρχουν. Οι ιδέες πρέπει να κυκλοφορούν ελεύθερα. Άρα...
... η αντιγραφή όχι απλώς επιτρέπεται αλλά είναι και επιθυμητή, ακόμη και χωρίς αναφορά της πηγής!

Η γλώσσα κόκκαλα τσακίζει

- "Ο λόγος που μ' άφησες έξω από την υπόθεση", είπε ήσυχα, "ήταν ότι νόμισες πως η αστυνομία δεν θα πίστευε ότι σκέτη περιέργεια μ' έσπρωξε να κατέβω εκεί κάτω χτες το βράδυ. Θα υποψιάζονταν ίσως ότι είχα κάποιον ύποπτο λόγο και θα με σφυροκοπούσαν μέχρι να σπάσω".
- "Πώς ξέρεις αν δεν σκέφτηκα το ίδιο πράγμα;"
- "Οι αστυνομικοί είναι κι αυτοί άνθρωποι", είπε ξεκάρφωτα.
- "Έχω ακούσει ότι σαν τέτοιοι ξεκινάνε".

[Ραίημοντ Τσάντλερ, "Αντίο, γλυκειά μου", εκδόσεις Λυχνάρι, 1990 (σελ.: 54)]

20 Οκτωβρίου 2010

Ακόμη τούτο το φθινόπωρο ραγιάδες

[Δεν μπορώ να αντισταθώ στον πειρασμό της αναδημοσίευσης ενός υπέροχου κειμένου τού Γιώργου Ρούση (καθηγητού του Παντείου Πανεπιστημίου), το οποίο βρήκα στην "Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία" της περασμένης Κυριακής. Όπως πάντα, τηρώ την ορθογραφία και την στίξη του πρωτοτύπου. Η μορφοποίηση και οι υπογραμμίσεις είναι δικές μου.]


Ακόμη τούτο το φθινόπωρο ραγιάδες, ραγιάδες κι αν δεν αντιδράσουμε δραστικά να γίνει το σεφέρι..., πολύ φοβάμαι ότι ακόμη κι αν το πράξουμε αργότερα θα είναι πολύ αργά.

Αυτή η εκτίμηση προκύπτει και από ένα κείμενο του 1792 με τίτλο «Η εγκαθίδρυση του δεσποτισμού», του μεγάλου γάλλου επαναστάτη Ζαν Πολ Μαρά, που αναφέρεται στην αξιοποίηση των κρίσεων από τους κυρίαρχους και στην καθυστερημένη λαϊκή αντίδραση στα καταστροφικά μέτρα που παίρνουν οι κυβερνώντες για την αντιμετώπισή τους, το οποίο ας μου επιτραπεί να παραθέσω ως έξοχο δείγμα επικαιρότητας κλασικών επαναστατικών κειμένων. Γράφει λοιπόν ο Μαρά:

«Μερικές φορές ο ηγεμόνας, για να επιβουλευτεί την ελευθερία περιμένει τη στιγμή της εκδήλωσης μιας ανησυχητικής κρίσης, που έχει προετοιμάσει ο ίδιος· τότε, με το πρόσχημα της φροντίδας για τη σωτηρία του κράτους προτείνει καταστροφικά μέτρα, που τα καλύπτει με το πέπλο της αναγκαιότητας, του κατεπείγοντος, των περιστάσεων, της κακοδαιμονίας των καιρών. Εγκωμιάζει την αγνότητα των προθέσεών του, εκφωνεί μεγάλα λόγια για την αγάπη του δημοσίου συμφέροντος, διαλαλεί τη μέριμνα της πατρικής του αγάπης. Κι αν δει ότι υπάρχει δισταγμός για να γίνουν δεκτές οι προτάσεις του, βάζει αμέσως τις φωνές: Πώς, δεν θέλετε; Ε, τότε βγείτε μόνοι σας από την άβυσσο! Κανείς δεν έχει τη δύναμη να αντισταθεί, κι ο καθένας αφήνεται στο έλεος των πραγμάτων, παρ' όλο που δεν έχει καμιά αμφιβολία γι' αυτό που κρύβουν τα μέτρα αυτά, όπου κάτω από το όμορφο περίβλημα βρίσκονται τα πιο μοχθηρά σχέδια. Η παγίδα αποκαλύπτεται όταν δεν υπάρχουν πλέον χρονικά περιθώρια για να αποφευχθεί: τότε ο λαός σαν το λιοντάρι που πέφτει μέσα στα δίχτυα κρυμμένα κάτω από τα φυλλώματα, παλεύει για να τα σπάσει και το μόνο που καταφέρνει είναι να μπλέκεται περισσότερο» (από το βιβλίο Οι αλυσίδες της σκλαβιάς, εκδ. έτος 1ο της Δημοκρατίας, στο Μαρά, Σεν-Ζιστ, Ροβεσπιέρος - Κείμενα, Επιλογή-Μετάφραση-Προλογικά: Μάριος Βερέτας, Σύγχρονη Εποχή, 1989, σελίδα 69).

Πολύ φοβάμαι ότι μια τέτοια προοπτική δεν είναι καθόλου απίθανη και σήμερα. Αν όπως υπογραμμίζει ο Ρουσό ναι μεν «η βία είναι εκείνη που δημιούργησε τους πρώτους σκλάβους, η δειλία τους όμως (είναι εκείνη) που διαιώνισε τη σκλαβιά» (Ζαν Ζακ Ρουσσώ, Το κοινωνικό συμβόλαιο, Εκδόσεις Δαρέμα 1957, σελίδα 47), αν όπως έλεγε ο Χιουμ, είμαστε σε τέτοια κατάσταση που «έχουμε εθιστεί τόσο έντονα στην υπακοή και την υποταγή που οι περισσότεροι άνθρωποι δεν αναζητούν να πληροφορηθούν περισσότερα για την προέλευση ή την αιτία της, παρά όσο για τις αρχές της βαρύτητας, της αδράνειας ή για τους γενικούς νόμους της φύσης» (David Hume, Essai sur le contrat primitive, traduction anonyme du XVIIIeme siecle, Amsterdam, J. Η. Schneider editeur, 1752), αν όπως έγραφε ο Λένιν, έχουμε να κάνουμε με «ευχαριστημένους σκλάβους που απαρνούνται την ιδέα της εξάλειψης της σκλαβιάς» (Λένιν, Μαρξισμός και ρεφορμισμός, Απαντα, τόμος 24, σελίδα 2), αν όπως έγραφε σε ένα άλλο κείμενό του ο Μαρά, έχουμε μετατραπεί σε ανθρώπους δειλούς και διεφθαρμένους ...πρόθυμους να ξεπουληθούν, σε ανθρώπους που μπορεί να αναγνωρίσουν τον εαυτόν τους στις σάτιρες του Ιουβενάλη (από τον Φίλο του Λαού, Νο 539, 27 Αυγούστου 1791, στο Μαρά, Σεν-Ζιστ, Ροβεσπιέρος - Κείμενα, ό.π., σελίδες 104-105), αν έχουν καταφέρει να μας μετατρέψουν σε ένα λαό «αμαθή, ελαφρύ επιπόλαιο (...) μεγαλωμένο μέσα στο φόβο την υποκρισία, τη δολιότητα, το ψέμα, αναθρεμμένους μεσ' στην ευελιξία, την ίντριγκα, την κολακεία, την τσιγκουνιά, την αισχροκέρδεια», αν όπως γράφει ο αναρχικός Ιταλός Ερίκο Μαλατέστα, δεν αποβάλουμε εκείνα τα «προβατίσια ένστικτα και συνήθειες τα οποία (μας) χάραξαν στο μυαλό ολόκληροι αιώνες σκλαβιάς»(Ερίκο Μαλατέστα, Χωρίς εξουσία, Ελεύθερος Τύπος, σελίδα 76), τότε είναι πολύ πιθανόν αντί μιας μαζικής λαϊκής αντίδρασης στα μέτρα κατά της κρίσης να βρεθούμε σε μια κατάσταση σαν κι εκείνη που περιγράφει στο πρώτο κείμενο που παραθέσαμε ο Μαρά.

Σε μας εναπόκειται να αποδείξουμε το αντίθετο. Και να μην ξεχνάμε ότι, όπως λέει και ο ποιητής, «εγώ κι εσύ και τα εκατομμύρια τιποτένιοι σαν και σένα και σαν εμένα, υποκριτές, φιλόδοξοι, μικρόψυχοι, εγωιστές, δειλοί εμείς κρατάμε μες στα ένοχα παράφορα τούτα χέρια τις τύχες του κόσμου. Να το θυμάσαι αυτό» (Τάσος Λειβαδίτης, από τη «Συμφωνία αριθ. 1» 1957).

Δεν υπάρχουν σχόλια: